Categories: Τέχνες

Χρήστος Χρυσόπουλος, «Το άγρυπνο βήμα»

Κείμενο – Φωτογραφίες: Χρήστος Χρυσόπουλος

Ο Ιούνιος τέλειωνε όταν βρέθηκα στην Αίγινα για τη χαρούμενη στιγμή ενός καλού φίλου. Μου αρέσει να περπατώ τις ώρες που οι άλλοι κοιμούνται, κι έτσι αποφάσισα να μη διανυκτερεύσω στο νησί. Μετά το γλέντι και το νυχτερινό μπάνιο, ξεκίνησα κατά τις τέσσερις το πρωί για να περπατήσω από την Πέρδικα ως το λιμάνι. Βαδίζοντας αργά τον δρόμο που είχα ήδη διανύσει ερχόμενος μέσα στο αυτοκίνητο μιας συναδέλφου, παρατήρησα όλα εκείνα που δεν είχε προλάβει να “πιάσει” το μάτι μου λόγω της ταχύτητας. Εγκαταλειμμένα νυχτερινά μαγαζιά, το υπέροχο κουφάρι ενός water park, παγκάκια, άδεια ξενοδοχεία, πινακίδες, αυτοκίνητα, και δεκάδες άλλα υπολείμματα μιας ζωής που κάποτε ήταν (σε εκείνα τα μέρη) πιο χαρούμενη. Η βόλτα πήρε κάμποσες ώρες, που έμοιαζαν βυθισμένες σε κινηματογραφικό σκηνικό.

Το ίδιο τοπίο και στο λιμάνι του νησιού… νωρίς το πρωί πια, προτού ξυπνήσουν οι παραθεριστές και οι ξένοι τουρίστες. Μια μελαγχολική και γλυκιά ερήμωση, ανάκατη με σφύζουσα ζωή και ασυγκράτητη κατανάλωση.

Οι εικόνες αυτές δεν χάλασαν την εντύπωση που σχημάτισα για το νησί. Η προηγούμενη βραδιά ήταν υπέροχη, η θάλασσα σαγηνευτική, η φροντίδα των φίλων αψεγάδιαστη. Κι όμως, εκείνη η πρωινή μελαγχολική βόλτα έκανε την εκδρομή περισσότερο ελκυστική. Ίσως να φταίει η συγγραφική μου συνείδηση που αρέσκεται στις αντιφάσεις, στην ασυνέχεια και στα ρήγματα. Ίσως να είναι η φενάκη ότι οι καλλιτέχνες βλέπουν κάτι, εκεί που οι άλλοι δεν βλέπουν τίποτα (ενώ η πραγματικότητα είναι μάλλον πρόδηλη). Ή, πάλι, ίσως η φωτογραφική μου έξη να ελκύεται από εκείνη την ιδιαίτερη απομόνωση των αντικειμένων, όταν στέκουν μόνα και αφημένα στο πουθενά, αποκομμένα από τη ζωή γύρω τους.

Όπως και να ‘χει, δεν είναι η εξήγηση (ακόμα και αυτή της -τόσο τετριμμένης πλέον- οικονομικής κρίσης) που είχε σημασία σε εκείνο το αίσθημα της γοητείας. Ήταν μάλλον η εμπειρία της βόλτας. Η βραδύτητα του ξενυχτισμένου βήματος. Η σιωπή.

Τώρα που φέρνω στο μυαλό τη διαδρομή, ίσως να έφταιγε μια αδιόρατη υπόνοια ματαιότητας που προέκυψε από εκείνες τις εικόνες, και οι συγγραφείς, μάλλον την κουβαλάμε κάπου μέσα μας. Η γιορτή δεν θα μπορούσε να είχε καλύτερο τέλος.

Related Posts

karouzo

Recent Posts

Χρόνης Μπότσογλου 1941-2022

Ο Χρόνης Μπότσογλου ανήκει στους κορυφαίους Έλληνες ζωγράφους της μεταπολεμικής τέχνης. Επί δεκαετίες παρατηρούσε τον…

3 years ago

Η ματιά του Mathieu Pernot στους προσφυγικούς καταυλισμούς της Λέσβου

Στιγμιότυπα από την παρουσία των προσφύγων στους δρόμους του Παρισιού, στους καταυλισμούς του Καλαί και…

4 years ago

Σώτη Τριανταφύλλου: “Ας μη ζούμε διαρκώς με τον ίδιο τρόπο…”

Στα μυθιστορήματα μιλάμε για την ανθρώπινη κατάσταση, εμβαθύνουμε σε πράγματα που δεν αποτελούν υλικό άρθρων…

4 years ago

Κριστόφ Πεντερέτσκι

Οταν ζεις σε δύσκολες εποχές, νιώθεις την ανάγκη να αγωνιστείς για την ελευθερία.

5 years ago

Ρατσισμός, ομοφοβία και βία στη λογοτεχνία του Εντουάρ Λουί

Όταν έφτασα στο Παρίσι για να σπουδάσω Φιλοσοφία, διαπίστωσα ότι όλη αυτή η δυστυχία, η…

5 years ago

Venice Biennale 2019 review – preaching to the converted

There is much to praise from Ghana, India, France, and a stunning international pavilion. Less…

6 years ago

This website uses cookies.