Από τον Γιώργο Καρουζάκη
Ο Λέων Νικολάγιεβιτς Τολστόι γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου (ή με το τότε ισχύον ρώσικο ημερολόγιο στις 28/08 ) του 1828 στην Γιασνάγια Πολιάνα, περιοχή δυτικά της Μόσχας, στο κτήμα της αριστοκρατικής οικογένειάς του, φέουδο του πρίγκιπα παππού του από την πλευρά της μητέρας του, του Νικολάι Βολκόνσκι. Είδε το φως σ’ ένα ντιβάνι με οκτώ πόδια, φαρδύ, με πράσινο μαροκέν σχεδόν μέσα στη γαλαζοπράσινη φύση, δίπλα στις λυγερές σημύδες, τις λίμνες, τα γρασίδια και τα δάση. Σε αυτή τη γη, σ’ ένα υψωματάκι στο δάσος, τάφηκε το 1910.
«Ο τόπος εδώ του έδωσε το απαραίτητο περιβάλλον για να μπορέσουν να βγουν έξω, όπως το φυτό από το χώμα του, να βλαστήσουν και να δώσουν καρπούς όλα εκείνα που είχαν φυτευτεί γενετικά μέσα του» σημειώνει ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος στη βιογραφία-ψυχογράφημα του σπουδαίου ρώσου συγγραφέα, που συνέθεσε με γνώση και φαντασία, βασιζόμενος όμως σε τεκμήρια ντοκουμέντων – κυρίως σε αποσπάσματα από τα ημερολόγια του συγγραφέα και των οικείων του.
Η θυελλώδης και αντιφατική φύση του Τολστόι, η θέση που έχει κατακτήσει το εμβληματικό έργο του στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας (αρκεί να αναφερθούμε στο έπος Πόλεμος και Ειρήνη και στην Άννα Καρένινα) θα μπορούσαν να οδηγήσουν έναν άπειρο ή κάποιον εγωκεντρικό βιογράφο σ’ ένα μεγαλοπρεπές αδιέξοδο. Η σοφή στάση του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου να κρατήσει τη διακριτική απόσταση από τον χειμαρρώδη βίο του Τολστόι και να δέσει το λόγο του ίδιου του συγγραφέα από τα ημερολόγιά του με το αφηγηματικό μέρος του βιβλίου, ωφέλησε και τον βιογράφο και τον βιογραφούμενο.
Η ζωή του Τολστόι μοιάζει άλλωστε να είναι σπαρμένη με δεκάδες νάρκες, έτοιμες ανά πάσα στιγμή να εκραγούν. Ο Λέοντας της ρωσικής λογοτεχνίας υπήρξε ένα αντιφατικό, ρωμαλέο πλάσμα, με απαράμιλλες αρετές, ριζοσπαστικές αλλά και συντηρητικές ιδέες, εμμονές, ενοράσεις και μεταπτώσεις. Δεν τον ακολουθεί μόνο ο χαρακτηρισμός του θεμελιωτή του ψυχολογικού ρεαλισμού στη Ρωσία, αλλά και η φήμη του αλαζόνα νέου που βασανιζόταν από την τυραννία των επιθυμιών της σάρκας, του μονίμως ανικανοποίητου δημιουργού, του ηθικού φιλοσόφου, του ανορθόδοξου χριστιανού που οραματίστηκε εκτός των άλλων μια θρησκεία απαλλαγμένη από την τυφλή πίστη και τα μυστήρια.
Αν και γόνος πλούσιας οικογένειας, αγάπησε βαθειά, όχι όμως άκριτα, τους μουζίκους. Έζησε επίσης από κοντά τη φρίκη του πολέμου ως αξιωματικός του πυροβολικού στον πόλεμο της Κριμαίας, ενώ αντιπάθησε όλες τις καθιερωμένες αυθεντίες και αξίες: είναι γνωστή η απέχθειά του για τη σαιξπηρολατρία του καιρού του και για τους λεπτεπίλεπτους και αλαζονικά φιλόδοξους διανοούμενους που εξέφραζαν διαρκώς απόψεις χωρίς να έχουν πιάσει στα χέρια τους το χώμα της γης ή να έχουν πλησιάσει το πεδίο της μάχης.
Χαρακτηριστικό δείγμα του τρόπου προσέγγισης του Λ. Τολστόι από τον Μ. Αλεξανδρόπουλο είναι και το κεφάλαιο που αναφέρεται στην επική βίβλο των Ρώσων, το απαράμιλλο επίτευγμα Πόλεμος και Ειρήνη, που ο Τολστόι ολοκλήρωσε μέσα σε έξι χρόνια. Για το έργο αυτό, τη συναρπαστική απεικόνιση της Ρωσίας των ναπολεόντειων πολέμων, ο Αλεξανδρόπουλος επισημαίνει τη ρωμαλέα έλξη του λόγου, τη στερεοσκοπική προοπτική και τη ζωντάνια του μύθου, αλλά και το σεβασμό του Τολστόι στον αναγνώστη του («[…] ποτέ δεν τον ξεγελάει, με τίποτα δεν τον αιφνιδιάζει, τον παίρνει και τον πάει σιγά, όπως μας πάει όλους η ζωή»).
Ο βιογράφος μάς επιτρέπει ακόμα να διαβάσουμε και ορισμένα σημειώματα που ο ίδιος ο Τολστόι έγραψε κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του έπους του: «Δεν είναι ούτε ο Ναπολέων ούτε ο Αλέξανδρος, ο Κουτούζωφ ή ο Ταλλεϋράνδος οι ήρωές μου, θα γράψω την ιστορία ανθρώπων πιο ελεύθερων σε σύγκριση με όσους ηγούνται των κρατών, την ιστορία ανθρώπων που έζησαν υπό τους ευνοϊκότερους όρους ζωής, ελεύθερους και από τη φτώχεια και από την αμάθεια, ανθρώπους ανεξάρτητους, στερημένους από εκείνα τα ελαττώματα που είναι απαραίτητα για να αφήσουν τα ίχνη τους στις σελίδες των χρονικών».