Από τον Γιώργο Καρουζάκη
Τον Ιούνιο του 2010 ο Ιταλός εικαστικός Maurizio Cattelan είχε παρουσιάσει στα παλιά «Σφαγεία» της Υδρας, τον εκθεσιακό χώρο του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ του συλλέκτη Δάκη Ιωάννου, το «WE», ένα από τα πιο αλλόκοτα και συνάμα συγκινητικά έργα του. Ο εκθεσιακός χώρος είχε εγκαινιαστεί την προηγούμενη χρονιά με την εγκατάσταση «Blood of two» των Αμερικανών εικαστικών Matthew Barney και Elizabeth Peyton.
Ο αυτοδίδακτος Cattelan, γνωστός σε όλο τον κόσμο από τα θεατρικά, αληθοφανή γλυπτά του με ήρωες τον εαυτό του, τον Χίτλερ ή τον Πάπα, είχε τοποθετήσει στο κέντρο των Σφαγείων, κάτω από τους γάντζους και τις τροχαλίες που έσερναν άλλοτε τα νεκρά ζώα, ένα ξύλινο κρεβατάκι. Επάνω σε λευκό σεντόνι κείτονταν με ορθάνοιχτα μάτια, σε μικρή κλίμακα, δύο εκδοχές του νεκρού (;) εαυτού του. Το έργο, μαζί με τον κόσμο που περιφερόταν και παρατηρούσε με περιέργεια τα ομοιώματα, παραπέμπε σε μεσογειακές κηδείες. Τη θέση τού θρήνου έχουν πάρει τα επιφωνήματα έκπληξης και οι ήχοι των φωτογραφικών φλας.
Ο Maurizio Cattelan δύο ώρες πριν από τα εγκαίνια έκανε, πάντως, βουτιές στην Υδρονέτα με την πολυεθνική παρέα του. Η χαλαρή καλοκαιρινή διάθεση βοήθησε στο να δεχτεί να μας μιλήσει, τόσο για την τέχνη όσο και για τη ζωή του.
Η τέχνη σας έχει αξιοθαύμαστη αποδοχή από τα media, την αναπαράγουν και τη δημοσιεύουν συχνά χωρίς να γνωρίζουν καλά-καλά το όνομά σας. Επιδιώκετε να είναι τόσο άμεση και δημοφιλής;
«Ποτέ δεν κάνω ένα έργο έχοντας στο μυαλό μου τον τρόπο που θα το προσλάβουν οι άλλοι. Τα πράγματα είναι απλά. Αγαπώ τις εικόνες, οι οποίες με κατακλύζουν ή αναδύονται στην επιφάνεια με αυθόρμητο τρόπο. Δεν σχεδιάζω τίποτε που να αρέσει στα media. Κάνω έργα αυστηρά για τη δική μου ευχαρίστηση».
Είχατε αυτή την τάση να παράγετε εικόνες από το ξεκίνημά σας;
«Οχι καθόλου. Με το πέρασμα του χρόνου κατάλαβα ότι είχα αυτού του είδους την εξάρτηση, τη σχεδόν παθολογική σχέση με την εικόνα, η οποία διεγείρει τις αισθήσεις μου και με αναστατώνει».
Είχατε από παιδί σχέση με την τέχνη;
«Καθόλου. Δεν ενδιαφερόμουν καθόλου για την τέχνη πριν από τα τριάντα μου. Εργαζόμουν ως καθαριστής, λογιστής, νοσοκόμος, πουλούσα αγελάδες, ήμουν νεκροθάφτης και επιπλοποιός. Ηταν οι εποχές που δούλευα για να επιβιώσω και να θρέψω τον εαυτό μου. Αν δεν είχα δουλειά, δεν είχα και ζωή. Αυτή ήταν και η μοναδική εικόνα που τότε με απασχολούσε».
Τι σας οδήγησε στον κόσμο της τέχνης;
«Η ανεξαρτησία. Η αναζήτηση της ανεξαρτησίας άρχισε να καθορίζει, από κάποια στιγμή της ζωής μου τις αποφάσεις μου».
Είχατε κάποια επιθυμία να εκφραστείτε;
«Στον κόσμο της τέχνης είχα τις περισσότερες πιθανότητες να εκπλήξω τον εαυτό μου από τη δουλειά μου σ’ ένα νοσοκομείο. Αν και ο κόσμος της τέχνης δεν είναι και ο πλέον ελεύθερος».
Το λέτε εσείς αυτό, ένας από τους πιο επιτυχημένους καλλιτέχνες στον πλανήτη;
«Αυτό δεν σημαίνει ότι είσαι και ελεύθερος να κάνεις πάντα αυτό που θέλεις. Και δεν εννοώ τη στενή σχέση της αγοράς με την τέχνη. Η αγορά συμβάδιζε πάντοτε με την τέχνη, ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει από την εποχή της Αναγέννησης. Αρκετά σύγχρονα έργα δημιουργούνται εξάλλου από διαφόρων ειδών αναθέσεις. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η τέχνη να διαφέρει από οποιαδήποτε άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα. Μας αρέσει να πιστεύουμε ότι η ενασχόληση με την τέχνη είναι λιγότερο βρώμικη δουλειά από τις άλλες».
Είναι δηλαδή μια δουλειά όπως όλες οι άλλες;
«Για πολλούς από εμάς δεν είναι τίποτε περισσότερο από δουλειά. Για μένα κάποιες φορές είναι δουλειά, άλλες όχι. Συνήθως νιώθω ελεύθερος. Ανελεύθερος αισθάνομαι όταν πρέπει να παραδώσω έργα σε συγκεριμένες ημερομηνίες, όταν αντιμετωπίζω κάποιες τεχνικές δυσκολίες κι όταν έχω κακή διαθέση και εύχομαι να μην είχα αναλάβει ποτέ ένα έργο».
Τα έργα σας έχουν σχεδόν πάντα μια έντονη θεατρική διάσταση.
«Νομίζω ότι είμαστε μέρος ενός γιγαντιαίου σόου που υπερβαίνει την πραγματικότητα και απαιτεί να αξιοποιούμε κάθε μέσο που αναπτύσσει τις θέσεις και τις απόψεις μας. Αυτό το εξωπραγματικό σόου υπερβαίνει και τις γκαλερί και σε οδηγεί να χρησιμοποιήσεις κάθε τι γύρω σου, ν’ αναπτύξεις ένα διαφορετικό λεξιλόγιο το οποίο, συχνά, οι παραδοσιακοί θεσμοί της τέχνης αντιμετωπίζουν με δισταγμό και καχυποψία».
Αρκετά έργα σας λειτούργησαν προβοκατόρικα, προκάλεσαν διαμάχες. Ας θυμηθούμε πρόχειρα το γλυπτό με τον πάπα που δέχεται επίθεση από μετεωρίτη ή τον Χίτλερ σε στάση μετάνοιας.
«Το γλυπτό με το Χίτλερ στα γόνατα δεν θα το χαρακτήριζα προβοκατόρικο, αλλά έργο λιτό, ένα καλό παράδειγμα απλότητας. Είμαι απλός άνθρωπος».
Την ίδια στιγμή, όμως, αγγίζει σύνθετα πολιτικά θέματα που δεν τολμούν ακόμα και σήμερα να διαχειριστούν ξεκάθαρα αρκετά έθνη.
«Είναι μια πάρα πολύ απλή εικόνα που σε οδηγεί σε πολύ σύνθετες και ευαίσθητες περιοχές κι αυτό, έχετε δίκιο, δεν είναι καθόλου εύκολο. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να να πλησιάσεις, μέσω της τέχνης, τόσο θεμελιώδη και αιχμηρά ζητήματα. Με τον Χίτλερ ήθελα να δώσω πνοή σε μια φιγούρα ταυτισμένη με το κακό. Ισως το έργο να συνδέεται με την αδιαπραγμάτευτη ιδέα του κακού που κυριαρχεί στην εποχή μας. Επιπλέον τα πτώματα που άφησε ο Χίτλερ είναι φρέσκα ακόμα. Σε κάποιους αυτή η εικόνα προκαλεί ενοχή, σε άλλους πόνο, δημιουργεί πολύ βαθιά και έντονα συναισθήματα. Ηθελα να αναμετρηθώ με κάτι τόσο δυνατό και αυτή η εικόνα με απασχολούσε καιρό».
Γιατί διαλέξατε για τον Χίτλερ αυτήν τη χειρονομία της μετάνοιας;
«Το περιβάλλον που μεγάλωσα ήταν καθολικό, μια από τις αδερφές μου είναι καλόγρια, η μητέρα μου ήταν θρησκόληπτη, η θρησκεία ήταν πανταχού παρούσα στην παιδική μου ηλικία».
Με καλό ή με καλό τρόπο;
«Με παιδικό τρόπο».
Φοβόσασταν τη Θεία Τιμωρία;
«Μπα, φοβόμουν περισσότερο τα χαστούκια που μπορούσε να μου ρίξει η μητέρα μου. Στην πόλη μου, την Πάδοβα, όλες οι δραστηριότητες, ακόμα και το να παίξεις ποδόσφαιρο, συνδέονταν με κάποιον τρόπο με την Εκκλησία. Η θρησκεία λειτουργούσε ως διαβατήριο. Ηταν πιο εύκολο να βγεις να παίξεις με τους φίλους σου, αν έλεγες ότι πας στην εκκλησία. Η μητέρα μου δεχόταν επισκέψεις ακόμα κι από τον Πάπα. Προς το τέλος της ζωής της, στο ξεκίνημα της ελεύθερης ραδιοφωνίας, “έβγαινε στον αέρα” στο ραδιόφωνο της περιοχής για να μιλήσει για τη θρησκεία. Είχε εκατοντάδες πιστούς. Οταν πέθανε ήρθαν στην κηδεία της περισσότερα από 3.000 άτομα. Ολόκληρη η Πάδοβα είναι μια περιοχή με έντονο το θρησκευτικό στοιχείο. Δεν πάτε, όμως, πίσω και στην Ελλάδα. Χθες μετρούσα τις εκκλησίες στην Υδρα και διαπίστωσα ότι είναι επίσης πάρα πολλές».
Είστε πιστός;
«Δεν έχω πια καμία σχέση με τη θρησκεία. Μ’ ενδιαφέρει περισσότερο η πνευματικότητα μέσω της οποίας μπορείς να διερευνήσεις ποιος είσαι σε αντίθεση με τη θρησκεία που πρέπει να υιοθετήσεις κάποιες έτοιμες απόψεις».
Ενα έργο σας προκαλεί αναστάτωση στο Μιλάνο, πριν καν εκτεθεί. Τι σημαίνει αυτό το τεράστιο χέρι με προταγμένο το μεσαίο δάχτυλο, που θέλετε να τοποθετήσετε τον Σεπτέμβρη μπροστά από το Χρηματιστήριο;
«Είναι ένα χέρι που χαιρετά φασιστικά, όλα τα δάχτυλα είναι ακρωτηριασμένα και μόνο το μεσαίο είναι ακέραιο. Θα έλεγα ότι είναι ένα σχόλιο εναντίον των ιδεολογιών. Μοιάζει σαν μια εσωτερική βλασφημία να ακρωτηρίασε τα δάχτυλα του χεριού. Ηθελα επίσης να μεταμορφώσω εντελώς το νόημα του φασιστικού χαιρετισμού».
Η θέση του έξω από το Χρηματιστήριο το συνδέει και με την πρόσφατη οικονομική κρίση;
«Απολύτως. Θα το τοποθετούσα ανεξαρτήτως της κρίσης, αλλά τώρα αποκτά και αυτή τη σημασία. Την ίδια στιγμή όμως συνδέεται στενά με τη συγκεκριμένη πλατεία. Ολα τα κτίρια και η αισθητική της είναι δημιουργήματα της φασιστικής περιόδου. Φασιστική είναι και η αισθητική που υιοθέτησα για το έργο. Ταιριάζει απόλυτα με τη μουσολινική πλατεία. Είναι ένα έργο πολλαπλών μηνυμάτων και αποδεκτών. Ενα μέρος του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης και οι υπεύθυνοι του Χρηματιστηρίου αντιδρούν ήδη στις εφημερίδες επειδή θεωρούν ότι προσβάλλει την πόλη».
Γενικότερα η πολιτική κατάσταση στην Ιταλία μοιάζει προβληματική.
«Κάθε ευρωπαϊκή χώρα έχει αυτή την εποχή περίεργη σχέση με τους πολιτικούς αρχηγούς της. Η δικιά μας σχέση είναι μ’ έναν κωμικό που ταιριάζει τέλεια με τους Ιταλούς. Θεωρώ τον Μπερλουσκόνι καλλιτέχνη, περφόρμερ, μουσικό, πολύ ταλαντούχο άτομο. Θα ήταν άδικο να μην του αναγνωρίσεις αυτή τη διάσταση. Νιώθω ότι είμαστε ευτυχείς που δεν έχουμε σοβαρή πολιτική αυτή τη στιγμή στην Ιταλία, διαφορετικά θα ήταν επικίνδυνο τόσο για μας όσο και για τους γείτονές μας. Θα έλεγα ότι είναι υπέροχο που απλώς αυτοκαταστρεφόμαστε. Με έναν τρόπο έχουμε επιστρέψει στη μοναρχία, δεν λέω δικτατορία, μην υπερβάλλουμε, αλλά η μοναρχία ταιριάζει πολύ καλά στην περίπτωσή μας. Θα την αποκαλούσα μάλιστα σύγχρονη δημοκρατική μοναρχία».