Κείμενο – φωτογραφίες : Κατερίνα Σκοπετέα
Ένα κείμενο που γράφτηκε τον Ιούλιο του 2011, υπό τη σκέπη του απέραντου αφρικανικού ουρανού, με θέα τον Ινδικό ωκεανό. Πόσο νοσταλγώ το σύντομο πέρασμά μου από την Κένυα!
Ξυπνάω πρωί. Βαριά. Σέρνω τα άκρα μου στο μπάνιο. Ο αυχένας μου με κόπο περιστρέφεται. Η διάθεση στο δύο, άντε καμιά φορά στο τρία, σε κλίμακα με άριστα το δέκα. Επιχείρηση ντύσιμο. Καταναγκαστικό, ανέμπνευστο, και μετά στη μέση εκατοντάδων αυτοκινήτων, γυαλιστερών κυρίως, στην Κηφισίας. Εγώ στο δικό μου, το χιλιοσκονισμένο. Προορισμός, η γνωστή καθημερινότητα.
Έχει προηγηθεί μια τυπική ημέρα και νύχτα : καθηλωμένη στο γραφείο. Φάκελοι, κι άλλοι φάκελοι (αυτοί γιατί δεν έχουν ακόμη αρχειοθετηθεί ; ) , πολλά χαρτιά, ακουστικό και υπολογιστής σε διαρκή εναλλαγή.
… κάποιες ώρες αργότερα
Προσγειώνομαι στο Ναϊρόμπι. Βρίσκομαι στην Κένυα. Ξαφνικά. Σχεδόν απρογραμμάτιστα, σχεδόν στην τύχη.
Προορισμός ; Η αφρικανική σαβάνα για ένα ολιγοήμερο, μοναχικό σαφάρι. Είμαι τόσο τυχερή ;! Πλησιάζω σε απόσταση αναπνοής τα ζώα που επιβιώνουν εδώ. Κινούνται, τρέφονται, λιάζονται, αλληλοσπαράσσονται, ζουν. Εκατοντάδες είδη πουλιών, άλλα πολύχρωμα και άκακα, άλλα μαύρα και επιθετικά.
Λίγο πράσινο, διάσπαρτοι θάμνοι, μοναχικές ακακίες. Όλα δίνουν χρώμα στο κυρίως φόντο, στη γκριζοκίτρινη γη της σαβάνας που στο βάθος γίνεται ένα με τον απέραντο γαλάζιο ουρανό.
Προσπερνάμε με το τζιπ ένα νωχελικό κοπάδι από ζέβρες. Tο βλέμμα μου σταματά σε μια παρέα αυτάρεσκων, πανέμορφων τσίτα. Ελέφαντες, ολόκληρη οικογένεια, βολτάρουν ο ένας πίσω από τον άλλον, βόσκουν αμέριμνοι.
Η ζωή στη σαβάνα συνεχίζεται … ερωτικά παιχνίδια μιας αρσενικής αντιλόπης, άρχοντας γύρω από πολλές θηλυκές αντιλόπες, ένα κοπάδι από κατάμαυρα βουβάλια με βλέμμα απολιθωμένο, που δεν εστιάζει. Μια ατρόμητη λεοπάρδαλη ισορροπεί πάνω στα κλαριά μιας ακακίας (μόλις έχει απολαύσει ένα από τα θηράματά της).
Χαζεύω το αφ’ υψηλού μασούλημα των θάμνων από μια γοητευτική καμηλοπάρδαλη, τις κακομούτσουνες ύαινες, τους ρινόκερους, τους βρωμερούς ιπποπόταμους. Τα ζώα είναι τόσα πολλά, δεν συγκρατώ τις ονομασίες τους.
Το τζιπ σταματάει. Σηκώνομαι από την θέση μου, στέκομαι όρθια, χιλιάδες wild beasts μας προσπερνούν με το θορυβώδες ποδοβολητό τους, σηκώνοντας σύννεφα σκόνης. Είναι η εποχή της μετανάστευσης. Πανέμορφη εικόνα, παρόλο που τα βρίσκω μυθικά άσχημα αυτά τα γκνου.
Στο σαφάρι όμως περιτριγυρίζεις τους θάμνους (go around the bush) κυρίως για να εντοπίσεις το βασιλιά της σαβάνας, το λιοντάρι. Το εντοπίζει ο ranger, το πλησιάζει. Ο βασιλιάς βρίσκεται στην ώρα της ραστώνης. Ευτυχώς, είναι χορτάτος. Ανταλλάσσουμε βλέμματα από πολύ κοντά. Αίσθημα φόβου και κινδύνου κι από τις δύο (;) πλευρές. Ποιος είναι πιο δυνατός, πιο χορτασμένος, πιο αδιάφορος ;
Όλα τέλεια εναρμονισμένα στην απέραντη σαβάνα.
… Νύχτα
Επιστροφή στην κατασκήνωση, στο ξέφωτο ενός δάσους από ακακίες και μπαμπού. Οι σκηνές βυθίζονται στο απόλυτο σκοτάδι μετά τις 10 (είναι η ώρα που σταματά η γεννήτρια). Τη νύχτα η φύση εξαϋλώνεται. Πέφτω στο στρώμα με τα αυτιά τεντωμένα. Περίεργοι ήχοι και διάφορα σουρσίματα με κρατούν αρκετές ώρες άγρυπνη μέσα στη νύχτα. Παραδίνομαι. Στο πηχτό σκοτάδι μετατρέπω τους ήχους της φύσης αυτομάτως σε εικόνες – σαύρες έρπουν στα τοιχώματα της τέντας (ευτυχώς ήμουν αρκετά γενναία ώστε να μην σκέφτομαι φίδια, και τυχερή επίσης να μην δω), μαϊμούδια κρέμονται από τα δένδρα και σκούζουν ευτυχισμένα που οι άνθρωποι έχουν αποσυρθεί από το πεδίο τους για λίγες ώρες. Τώρα η φύση είναι καταδική τους.
Βρίσκομαι μόνη σε μία σκηνή στο πουθενά, η φύση απ’ έξω οργιάζει, και περιέργως δεν φοβάμαι. Ίσως γιατί έζησα μία ουσιαστική ημέρα. Ίσως γιατί αναμένω με λαχτάρα την επόμενη – η αυριανή εξόρμηση θα ξεκινήσει με την ανατολή του ηλίου. Αποκοιμιέμαι ευχαριστημένη.
Δυο χρόνια μετά, κι ευτυχώς διατηρώ ακόμη ζωηρά στη μνήμη μου τα χρώματα και τους ήχους από το σαφάρι στην Κένυα. Κρατώ ζωηρές εικόνες από το πολύβουο Ναϊρόμπι : τους πολύχρωμα ντυμένους ανθρώπους που περπατούν ώρες για να επιστρέψουν από τη δουλειά στο σπίτι τους, συχνά στοιβαγμένοι σε μικρά λεωφορειάκια, μπουλούκια από γελαστά παιδιά με ομοιόμορφες στολές που πηγαίνουν σχολείο, και άλλα που παίζουν ξυπόλητα στις αλάνες. Θυμάμαι ακόμα καθαρά τους ψηλόλιγνους χαμογελαστούς Μασάι που συνάντησα και τους πρόσκαιρους καταυλισμούς τους.
Κάποιες στιγμές ηρεμίας φέρνω στο μυαλό μου τον απέραντο Ινδικό ωκεανό με την ατέλειωτη άμπωτη που αποκαλύπτει για ώρες μια τεράστια επιφάνεια βυθού, που είναι λεία σαν καθρέπτης και ξέρω ότι μια μέρα θα υπακούσω στην προτροπή που λέει : «γύρνα ξανά στην Αφρική!»