Το 1991, όταν βρέθηκα στο Βερολίνο για μια έκθεση Ελλήνων καλλιτεχνών, επισκέφθηκα και την έκθεση Metropolis Internationale Kunstausstellung που γινόταν παράλληλα και συγκέντρωνε τα αστέρια της παγκόσμιας εικαστικής σκηνής, από τον Γιάννη Κουνέλλη μέχρι τον Jeff Koons. Διοργανωτής ήταν ο γνωστός μέντορας και ιστορικός τέχνης Χρήστος Ιωακειμίδης, που έτυχε να συναντήσω στο Martin-Gropius-Bau. Περπατούσε και έτρεχαν από πίσω του ένα τσούρμο νέοι καλλιτέχνες: να του πάρουν μια κουβέντα, να κλέψουν ένα βλέμμα του, ένα άγγιγμα, μια λέξη. Εκεί είδα πρώτη φορά έργο του Γιαν Φαμπρ: μια τεράστια ντουλάπα – ναό, ζωγραφισμένη με στυλό μπικ σε χρώμα μπλε της μελάνης, στημένη κάτω από τη γυάλινη οροφή της κεντρικής σάλας. Έκτοτε ο Γιαν Φαμπρ εξελίχθηκε, όπως και άλλοι καλλιτέχνες του μεγέθους του, σε μάγο, μικρό θεό ή Σαμάνο και απέκτησε σχεδόν μια βιομηχανία και ανθρώπους που δουλεύουν γι αυτόν. Όταν έμαθα τα νέα για το Ελληνικό Φεστιβάλ εκστασιάστηκα: Να μην έχεις να φας, που λέει ο λόγος, και να έχεις έναν μάγο-σταρ της σύγχρονης τέχνης για Curator! Οι θεματοφύλακες του πολιτισμού μας, όμως, είναι κάπως οξύθυμοι άμα τους θίξεις τη συνήθεια. Από Σαμάνο σε κάνουν γύφτο και από διεθνή προσωπικότητα κύρους, απατεώνα, σκιτζή και Καραγκιόζη. Πιάνουν τις λατινικές βρισιές, Persona non Grata, και άστα να πάνε. Ίσα που πρόλαβε ο Γιαν να βγάλει μια σέλφι με την Αμπράμοβιτς στο Μουσείο Μπενάκη και να πάει σπίτι του να γράψει την ανοιχτή επιστολή του: να μάθουμε και εμείς, που δεν ήμασταν με τους 500 στη Σφενδόνη, τι έγινε. Συγχαρητήρια κύριε Φαμπρ. Το τελευταίο σας χάπενινγκ, με τη διεύθυνση του Ελληνικού Φεστιβάλ, ξεπερνάει την προβοκάτσια με τις κρεμασμένες γάτες και τα τσιγκέλια. Όσο για μας, ελπίζω στο πρόσωπο του αδελφού και φίλου μας Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου να βρούμε τον δικό μας δρόμο γιατί έχει σκοτάδι βαθύ και τα κεριά μας λίγα…