Από τον Γιώργο Καρουζάκη
Πριν από μερικές μέρες έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 72 ετών, ο Ηρακλειώτης δικηγόρος Δημήτρης Ξυριτάκης, διακεκριμένος επιστήμονας, με σημαντική πολιτική δράση, ευρυμάθεια και ερευνητικό έργο σε ποικίλους τομείς. Με αυτή την αφορμή, αναδημοσιεύουμε μια παλαιότερη συζήτηση που είχαμε κάνει μαζί, τον Ιούλιο του 2011, όταν είχε κυκλοφορήσει το εξαιρετικό βιβλίο του, “Λόγω Τιμής” (Μελάνι), αφιερωμένο στην κρητική βεντέτα, στη μακρά παράδοση του εκδικητικού φόνου στο νησί.
Ο συγγραφέας ερεύνησε σε βάθος το φαινόμενο τόσο με την ιδιότητα του ποινικολόγου που είχε χειριστεί σχετικές υποθέσεις όσο και με την ιδιότητα του μέλους του διοικητικού συμβουλίου του Ινστιτούτου Κρητικού Δικαίου. Είχε αξιοποιήσει, επίσης, ποικίλα στοιχεία, μαρτυρίες για να συνθέσει ένα συναρπαστικό ντοκουμέντο για τον κύκλο του αίματος, τις τραγικές συνέπειες του φαινομένου που οι ρίζες του χάνονται στα βάθη του χρόνου και στις παραδόσεις των πολιτισμών της Μεσογείου.
«Ακόμη και το γνωστό ριζίτικο τραγούδι “Ξαστεριά”, με τις πολλές παραλλαγές, δεν είναι εμπνευσμένο από τον κρητικό επαναστατικό αγώνα αλλά από την κρητική βεντέτα», έλεγε στην κουβέντα μας ο συγγραφέας. «Οι στίχοι “να κάνω μάνες δίχως γιους, γυναίκες δίχως άντρες, κι ας κάμω και την αγαπώ τα μαύρα να φορέσει” είναι αποκαλυπτικοί για το μήνυμα εκδίκησης που προαναγγέλλουν: Η εκδίκηση θα πραγματωθεί οπωσδήποτε, ακόμη κι αν χρειαστεί να σκοτωθεί ο στενός συγγενής της αγαπημένης του εκδικητή».
- Πού εντοπίζονται οι ρίζες της βεντέτας;
«Στα Ομηρικά χρόνια, αν και στην Κρήτη είναι παρούσα σε όλες τις περιόδους της Ιστορίας της. Πρόκειται για εκδικητικό φόνο που γίνεται σε ανταπόδοση ενός άλλου φόνου ή μιας απόπειρας φόνου. Η κρητική βεντέτα μπορεί να παραλληλιστεί με το αντίστοιχο εθιμικό δίκαιο που ισχύει στη Μάνη, στην Κορσική και σε κοινότητες Τσιγγάνων. Θα λέγαμε ότι είναι αρκετά διαδεδομένη στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και στην Αλβανία, όπως ξέρουμε και από τα βιβλία του σπουδαίου Αλβανού συγγραφέα Ισμαήλ Κανταρέ.
Υπάρχουν ιστορικά και κοινωνιολογικά δεδομένα τα οποία συνέβαλαν τόσο στη γέννηση όσο και στη διατήρηση του φαινομένου, παρά το γεγονός ότι τα σύγχρονα κράτη έχουν αποδεχτεί τις αρχές του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, σύμφωνα με τις οποίες η τιμωρία ενός εγκλήματος είναι αποκλειστικό προνόμιο του κράτους».
- Υπάρχει θρησκευτική διάσταση, κάποιου είδους θεϊκή εντολή, στη «νομιμοποίηση» της βεντέτας, τουλάχιστον στη συνείδηση μιας κοινότητας;
«Υπάρχει, αν σκεφτούμε τις Δέκα Εντολές: “Οφθαλμόν αντί οφθαλμού. Οδόντα αντί οδόντος” που σημαίνει ότι έχεις δικαίωμα να βγάλεις το μάτι εκείνου που σου έβγαλε το μάτι. Δεν μπορείς όμως να του κόψεις το κεφάλι, επειδή σου έβγαλε το μάτι. Ισχύει κι εδώ η αρχή της ισότητας. Στην Κρήτη θα έλεγα ότι η βάση του φαινομένου είναι πολιτική. Δέχτηκαν τη βεντέτα ως δίκαιο θεσπισμένο εθιμικά, ως επιβίωση ενός αρχαίου τρόπου απονομής δικαιοσύνης που ανιχνεύεται σε όλες σχεδόν τις νομοθεσίες των πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Εντοπίζεται στους τρεις δυτικούς νομούς της Κρήτης, στο Ηράκλειο, το Ρέθυμνο και τα Χανιά.
Το Λασίθι μετέχει μόνο ως τόπος που αυτοεξορίζονται αυτοί που πρέπει να αποφύγουν τα αντίποινα της δράσης τους. Η βεντέτα είναι διαδεδομένη στους ορεινούς πληθυσμούς του νησιού, όπου οι οικογένειες είναι μικροί στρατοί. Οταν λοιπόν σκοτωθεί ένας άνθρωπος σε μια οικογένεια, μειώνεται η μαχητική της ικανότητα, πλήττεται και η τιμή της και πρέπει να γίνει η ανταπόδοση για να εξισοροπηθεί η κατάσταση. Κυριαρχεί η σκέψη: σκοτώνω έναν άνθρωπο μιας άλλης οικογένειας, ακόμη κι αν είναι αθώος, μόνο και μόνο για να διατηρηθεί η ισορροπία τρόμου ανάμεσα στις αντίπαλες οικογένειες. Οι δομές αυτές δημιουργήθηκαν σε παλαιότερες εποχές. Παραμένουν όμως σε ισχύ και σήμερα».
- Γίνεται αρκετός λόγος και για τον εκφυλισμό του φαινομένου…
«Μέσα στα χρόνια εκφυλίστηκε και πήρε ακραίες διαστάσεις, όπως στην περίπτωση εκείνη που κάποιος περνώντας από το Βενιζέλειο Νοσοκομείο, σκότωσε έναν υπάλληλο για το μοναδικό λόγο ότι ένας μακρινός συγγενής του θύματος είχε σκοτώσει στο παρελθόν ένα μακρινό συγγενή του. Τέτοιες περιπτώσεις προκαλούν μόνο απέχθεια και αγανάκτηση.
Σήμερα προστίθεται στη βεντέτα και το έγκλημα της διακίνησης όπλων. Μπορείς να σκοτώσεις από μακριά και να μη σε πάρουν χαμπάρι. Δεν γίνεται πια φονικό με μαχαίρι, αλλά με μακρύκαννο όπλο και με ενέδρα από μακριά. Διευκολύνεται η τέλεση του εγκλήματος που θα ξεπλύνει το όνομά σου στην κοινωνία, ενώ μπορείς και να γλιτώσεις επειδή δεν σε είδε κανείς.
- Στη συνείδηση των Κρητών η βεντέτα δεν θεωρείται, πάντα, πράξη βαρβαρότητας. Το πρόσωπο που παίρνει εκδίκηση χαίρει, σε αρκετές περιπτώσεις, σεβασμού. Πώς ερμηνεύετε αυτή τη στάση;
«Το πιο τρανό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Γιάννη Παπαδόσηφου. Σκότωσε μέσα στο δικαστήριο το φονιά του γιου του. Μπορούσε απλώς να σκοτώσει ένα συγγενή και να προστατεύσει την τιμή της οικογένειάς του. Προτίμησε όμως να σκοτώσει το φονιά του παιδιού του μέσα στο δικαστήριο. Ελαβε υπ’ όψιν του τι θα πει ένα ακροατήριο που δεν ήταν μόνο το χωριό του, αλλά μια ευρύτερη κοινότητα ανθρώπων.
Υπάρχουν και κάποιοι που ξεπερνούν το μέτρο. Για παράδειγμα, ο Γιάννης Μουζουράκης για να εκδικηθεί το θάνατο της μάνας του, σκότωσε τρία άτομα: τον πατέρα του φονιά, τον αδερφό του κι ένα άτομο ακόμη. Υπάρχουν κανόνες ακόμα και στη βεντέτα: δεν σκοτώνω κάποιον που απλώς τραυμάτισε κάποιον άλλον, δεν σκοτώνω δεύτερο άνθρωπο, ενώ μπορώ να αποκαταστήσω την τιμή μου με ένα φόνο.
Επιτρέπεται στο δίκαιο της βεντέτας να σκοτώσεις συγγενή του φονιά, αν και η πράξη προκαλεί απέχθεια. Τι σου φταίει ο αθώος συγγενής; Δικαιολογείται στη λογική της βεντέτας και για τη διατήρηση της μαχητικής ικανότητας της οικογένειας».
- Η αίθουσα του δικαστηρίου, ως τόπος τέλεσης του εκδικητικού φόνου, έχει ισχυρή συμβολική σημασία; Αποκτά τη σημασία καθαρτηρίου; Αμφισβητείται με αυτό τον τρόπο και η αυθεντία του κράτους;
«Πολλές φορές στην Κρήτη ο φόνος γίνεται μέσα στο δικαστήριο, για να υπενθυμίσουμε τις περιπτώσεις του Παπαδόσηφου ή του Βρέντζου, που σκότωσε το φονιά του αδελφού του, την εκδίκηση που πήραν οι κάτοικοι του χωριού Σάρχος με τη σφαγή των Σωμαράκηδων και αρκετές άλλες.
Η αίθουσα του δικαστηρίου λειτουργεί συμβολικά. Υπάρχει κι ένα είδος αμφισβήτησης του κράτους, που είναι όμως συνυφασμένο με το νόημα της βεντέτας. Λέει ο εκδικητής: “Θέλω να απονείμω δικαιοσύνη εγώ και όχι ο εισαγγελέας. Θα το κάνω στον τόπο που αρμόζει. Εκεί που απονέμεται η Δικαιοσύνη. Το κάνω και παραδίδω το όπλο στους δικαστές λέγοντας: “Είμαι στη διάθεσή σας”. Ετσι είπε ο Παπαδόσηφος».
- Δείχνει επιείκεια το δικαστήριο σε κάποιες περιπτώσεις;
«Λαμβάνει υπ’ όψιν τα στοιχεία κάθε περίπτωσης. Ο φόνος, για παράδειγμα, που έκανε ο Παπαδόσηφος ήταν προμελετημένος. Υπό κανονικές περιστάσεις θα έπρεπε να τιμωρηθεί με μια ισόβια καταδίκη. Καταδικάστηκε με επιείκεια σε 7,5 με οχτώ χρόνια. Δεν μπορεί το δικαστήριο, που κατά τα 4/7 αποτελείται από ενόρκους, να μη λάβει υπ’ όψιν την κάθε περίπτωση».*