Από τον Γιώργο Καρουζάκη
Τα σχέδια του Καναδού designer και εικονογράφου Tom Froese τα συναντά κάποιος στα σημαντικότερα περιοδικά της εποχής, και στις καλύτερες ψηφιακές εκδόσεις για το σύγχρονο design. Στo έργο του, η αγάπη του για το χρώμα συνδυάζεται με την απλότητα, το λεπτό χιούμορ και τις ευφυείς ιδέες. Τα σχέδια του έχουν ζωηρέψει τις τυπωμένες σελίδες και τις ψηφιακές εκδόσεις περιοδικών, όπως το Monocle, το Wired και το Harvard Business Review.
Ο Tom Froese ζει με τη γυναίκα του και τα παιδιά του σε μια αγροτική κατοικία, στο χωριό Υarrow, στη Βρετανική Κολομβία του Καναδά. Όταν τού ζητήσαμε να απαντήσει σε μερικές ερωτήσεις για το σύγχρονο design και τη δουλειά του, δέχτηκε με χαρά.
Ποιο κίνητρο ή επιθυμία σάς οδήγησε στο σχέδιο;
«Πάντοτε είχα μια καλλιτεχνική και μια πρακτική πλευρά. Το ντιζάιν φαινόταν να περιέχει ένα καλό μείγμα αυτών των ιδιοτήτων. Έτσι τουλάχιστον έμοιαζε λίγο καιρό πριν αρχίσω να το αποκρυπτογραφώ. Σπούδαζα τρία χρόνια μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, όταν αποφάσισα να ξεκινήσω να σχεδιάζω. Τα πρώτα μου σχέδια ήταν για μια νεοσύστατη εταιρεία που έφτιαχνε τραμπολίνα. Ύστερα από δύο χρόνια σε αυτή τη θέση, ήξερα ότι έπρεπε να παρακολουθήσω μαθήματα σε σχολή και να αποκτήσω το κατάλληλο δίπλωμα. Ποτέ δεν κοίταξα πίσω».
Τα χρώματα και οι γραμμές είναι εργαλεία, κοινά για όλους. Πώς μπορεί να τα χειριστεί κάποιος για να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό έργο;
«Το καλύτερο που έχει να κάνει για να παραμείνει δημιουργικός είναι να κρατά ένα προσωπικό ημερολόγιο ή να προμηθευτεί ένα μπλοκ ιχνογραφίας και να σχεδιάζει, χωρίς να φοβάται για τα λάθη που θα κάνει. Το μόνο που χρειάζεται είναι να ζωγραφίζει, να γράφει, να φτιάχνει doodle, ή οτιδήποτε άλλο. Μπορεί, επίσης, να δείχνει τα σχέδια του σε άλλους ή να τα κοινοποιεί στο Instagram ή στο Tumblr, αν θεωρεί αυτή τη διαδικασία ενθαρρυντική. Είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να ξεκινήσει να έχει μια τακτική ενασχόληση με το δημιουργικό μέρος της δουλειάς, υπενθυμίζοντας στον εαυτό του ότι υπάρχει ένα κοινό που περιμένει από αυτόν να επιστρέψει με περισσότερες ιδέες και σχέδια».
Έχετε ερμηνεύσει τους λόγους για τους οποίους τόσο επιτυχημένα περιοδικά, όπως το Monocle και το Wired, επέλεξαν τη δουλειά σας;
«Μάλλον όχι. Υποθέτω ότι αυτά τα περιοδικά είδαν στη δουλειά μου ένα συνδυασμό δεξιοτήτων, πνεύμα και πρωτοτυπία, στοιχεία που θεώρησαν ότι ταίριαζαν στο εμπορικό τους σήμα και στις αντίστοιχες εκδόσεις τους».
Υπάρχει κάποιο μυστικό, ή trick ίσως, για μια επιτυχημένη εικονογράφηση;
«Στην περίπτωση της εικονογράφησης που αφορά μια ατομική παραγγελία, υποθέτω ότι το κόλπο είναι να κατανοήσεις τον πελάτη και την ιστορία, πώς να αξιοποιήσεις το ιδιαίτερο ύφος και τις δεξιότητές σου, ώστε να δώσεις λύση στο αρχικό ζητούμενο. Για τη δουλειά σε ένα editorial, τώρα, πρέπει να έχεις μια καθαρή ιδέα την οποία να μπορείς να τη φτάσεις μέχρι το τέλος. Μην προσπαθείς να πεις πάρα πολλά μέσα από αυτήν ή να την παραφορτώσεις. Αρκεί η μία καλή ιδέα, αν καταφέρεις να τη μεταδώσεις αποτελεσματικά.
» Ξεκίνα, πάντοτε, με ορισμένα σχέδια, και ποτέ μην δείχνεις στον πελάτη περισσότερα από τρία, όλα εκείνα που είσαι ικανός να υποστηρίξεις. Το σχέδιο που θα επιλεγεί θα γίνει το συμβόλαιό σου, τόσο με τον πελάτη όσο και με τον εαυτό σου. Δεν θα χρειαστεί να ανησυχήσεις μήπως ξεφύγεις από τον στόχο σου, αν ακολουθήσεις εκείνο που έχει εγκρίνει ο πελάτης. Είναι σημαντικό το σχέδιο σου να είναι έξυπνο, αλλά όχι τελειοποιημένο. Άφησε χώρο για να υπερβείς τις προσδοκίες του πελάτη».
Πώς επηρεάζει η ψηφιακή εποχή το νέο ντιζάιν αλλά και τα έντυπα Μέσα;
«Η ψηφιακή εποχή πολλαπλασίασε τις ευκαιρίες που έχουν οι εικονογράφοι και οι σχεδιαστές. Νομίζω ότι είναι περισσότερο καταστροφική για τη βιομηχανία των εντύπων, και όχι για τους εικονογράφους. Τώρα, όμως, που τα έντυπα σπανίζουν, η δουλειά σε αυτά είναι ακόμα πιο ξεχωριστή, με περισσότερες δημιουργικές ευκαιρίες και υψηλότερες απαιτήσεις για την ποιότητα του έντυπου υλικού».
Υπάρχουν πρόσωπα ή καλλιτέχνες από διαφορετικούς τομείς που σάς εμπνέουν;
Αντλώ, μάλλον, ένα μεγάλο μέρος της έμπνευσής μου από ανθρώπους του δικού μου χώρου. Είμαι παντοτινός φαν του Paul Rand, του Alvin Lustig και του Saul Bass. Εμπνέομαι επίσης από σύγχρονους σχεδιαστές και ομάδες όπως το Studio Pentagram στη Νέα Υόρκη, που ωθούν διαρκώς τους εαυτούς τους και τα όρια τους παραπέρα. Πάντοτε αντλούσα έμπνευση από ανθρώπους, καλλιτέχνες ή μη, που ζουν θέτοντας ισχυρούς στόχους, που βάζουν την καρδιά τους σε ό,τι κάνουν, και φαίνεται να τους περισσεύει η ευγένεια. Σε αυτούς θέλω να μοιάσω».
Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι στόχοι σας για τα επόμενα χρόνια;
«Θα ήθελα να συνεχίσω την εικονογράφηση, και καθώς θα ωριμάζω, να αναπτύσσω και να εξελίσσω τη δουλειά μου, να δημιουργώ περισσότερα έργα βασισμένα σε προϊόντα: να κάνω δουλειές που να μπορώ να πουλήσω ή να λαμβάνω δικαιώματα από αυτές, όπως τα αντικείμενα νοικοκυριού ή τα βιβλία. Θα ήθελα, ακόμη, μόλις αποκτήσω περισσότερες εμπειρίες και την εκτίμηση των ανθρώπων του χώρου μου, να αρχίσω να μιλάω περισσότερο για τη δουλειά μου, να διδάσκω και να γράφω για αυτήν».
Σε λίγο καιρό θα κυκλοφορήσει μια ξεχωριστή έκδοση για τη Νέα Υόρκη στην οποία συμμετέχετε. Αναφέρομαι στο βιβλίο Stickyscapes: New York, το οποίο περιλαμβάνει σχέδια με τις πιο γνωστές τοποθεσίες της διάσημης πόλης. Πώς προσεγγίζει ένας εικονογράφος μια πόλη με τόσο εδραιωμένη φήμη, την οποία ακολουθούν και τόσες προκαταλήψεις;
«Πρόκειται για ένα βιβλίο που αποτελεί τον τρίτο τίτλο μιας σειράς εκδόσεων. Ευτυχώς, είχα τη δυνατότητα να δανειστώ στοιχεία από τη σχεδιαστική κατεύθυνση που είχαν ακολουθήσει οι δυο εικονογράφοι που προηγήθηκαν από μένα. Το βιβλίο, με άλλα λόγια, είχε μάλλον ένα προκαθορισμένο ύφος. Το καλό με την αποτύπωση της Νέας Υόρκης είναι ότι πρόκειται για μια τόσο γνωστή πόλη, που ο καθένας μπορεί να την απεικονίσει. Σημαίνει, επίσης, τόσα πολλά πράγματα σε τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, που είναι αρκετά δύσκολο να πάει κάτι πολύ στραβά στην απεικόνισή της».
Τι ξέρετε για την Ελλάδα; Ποιες είναι οι πρώτες εικόνες ή σκέψεις που κάνετε ακούγοντας τη λέξη Ελλάδα;
«Η πίστη μου – είμαι χριστιανός Ορθόδοξος- έχει τις ρίζες της στον ελληνικό πολιτισμό. Έτσι, οι περισσότερες εντυπώσεις για την Ελλάδα προέρχονται μέσα από την Εκκλησία. Για μένα η Ελλάδα είναι μια όμορφη χώρα με έναν υπέροχο, θορυβώδη πολιτισμό… και νόστιμα σουβλάκια. Η γυναίκα μου και εγώ ονειρευόμαστε να την επισκεφθούμε μια μέρα».