O Γιώργος- Ίκαρος Μπαμπασάκης είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα των Ελληνικών Γραμμάτων. Συγγραφέας, ποιητής, μεταφραστής, δημοσιογράφος, καθηγητής στο Μεταπτυχιακό Ψηφιακών Μορφών Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Η διαδρομή του, με αφετηρία το περιοδικό Ιδεοδρόμιο του Λεωνίδα Χρηστάκη, είναι μια γόνιμη περιπλάνηση στον κόσμο της τέχνης, της λογοτεχνίας και των Ιδεών. Οι μεγάλες του αγάπες, πασίγνωστες σε όσους τον παρακολουθούν, περιλαμβάνουν μια ευρεία γκάμα καλλιτεχνικών κινημάτων, genres, διαθέσεων και δημιουργών : τους Φουτουριστές, το Dada, τον Burroughs, τον Guy Debord, και τηv Internationale situationniste, τον Γονατά, τον Πεντζίκη, τον Pynchon, τον Παπαδιαμάντη, τον David Foster Wallace, τον Καρούζο, τον Τσιτσάνη και τον Béla Tarr.
Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο του με τίτλο Δώδεκα Φυσιογνωμίες (Εκ. Γαβριηλίδης), μια καλαίσθητη έκδοση που ετοίμασε με τη ζωγράφο Ελεάννα Μαρτίνου, αφιερωμένο σε έντεκα άντρες δημιουργούς και την «Αρχόντισσα, την Κυρία Μάνια Καραϊτίδη». Πρόκειται για τούς: Χρήστο Βακαλόπουλο, Θωμά Γκόρπα, Τάσο Δενέγρη, Γιώργο Καραβασίλη, Μιχάλη Κατσαρό, Νίκο Καρούζο, Κύριλλο Σαρρή, Θάνο Σταθόπουλο, Αλέξανδρο Σχινά, Roberto Bolano και Thomas Pynchon.
Ο Γιώργος- Ίκαρος Μπαμπασάκης φωτίζει με βαθιά γνώση και αγάπη το έργο και την προσωπικότητα των δημιουργών που φιλοξενούνται στο βιβλίο και η Ελεάννα Μαρτίνου, αναζητώντας τη μουσικότητα και το ρυθμό της γλώσσας κάθε δημιουργού, φιλοτέχνησε, με χαράξεις, χρώματα και στίχους, τα δώδεκα έργα τέχνης που περιλαμβάνονται στην έκδοση.
Τα εγκαίνια της έκθεσης των έργων και η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνουν αύριο Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου στις 20.00 στον χώρο των εκδόσεων Γαβριηλίδης : Αγ. Ειρήνης 17, Μοναστηράκι. Με αυτή την αφορμή συζητήσαμε με τον συγγραφέα.
– Ποιο στοιχείο ενώνει τις προσωπικότητες του βιβλίου ;
«Το ότι ζουν και πράττουν και δρουν πάντα στα όρια. Στην άκρη της τέχνης τους, εκεί όπου η τέχνη τους τείνει να γίνει μια άλλη τέχνη, εκεί φτάνουν και εκεί τεχνουργούν οι φυσιογνωμίες που με γοητεύουν. Είναι ποιητές που θέλουν να πάνε ένα χιλιοστό πιο πέρα από την ποίηση (όπως ο Κατσαρός και ο Καρούζος), είναι σκηνοθέτες που μεγαλουργούν στο ρόλο του συγγραφέα (όπως ο Βακαλόπουλος), είναι μυθιστοριογράφοι που κάθε παράγραφος κάθε μυθιστορήματός τους θέλει να είναι ποιητικό σπάραγμα ή φιλοσοφικό κρυστάλλωμα (όπως ο Πύντσον ή/και ο Μπολάνιο). Είναι η εκδότρια Μάνια Καραϊτίδη που είναι όλα αυτά μαζί, συν μια έξοχη αρχόντισσα σε μιαν εποχή που επείγει η εκ νέου επινόηση της αρχοντιάς».
– Διαβάζοντας το βιβλίο σας υπάρχει η αίσθηση ότι αναφέρεστε σε μια αρκετά μακρινή εποχή, μιας άλλης, διαφορετικής χώρας. Τι άλλαξε, τελικά, από την εποχή των ηρώων σας ;
«Χάθηκε η αρχοντιά. Δε βλέπεις συχνά κιμπάρη άντρα να ξοδεύει γενναιόψυχα το χρόνο. Δε συναντάς συχνά γυναίκες της φωτιάς, τρελαμένες Κάρμεν, αγέρωχες Ευδοκίες. Είπαμε ν’ απαλλαχτούμε από τις λεγόμενες «μεγάλες αφηγήσεις» ώστε να μην έχουμε κάθε τόσο εκατόμβες, αλλά πήραμε φόρα στο ξήλωμα και ξεμείναμε με κάτι χαζά χαϊκού. Θελήσαμε να χαμηλώσουμε για ν’ αποφύγουμε τον ίλιγγο και φτάσαμε να μας αρκεί το πιο σάπιο σκαμνάκι. Θέλει ξανά ψάξιμο, ξανά σκάψιμο, το πράγμα. Και πάλι άλλου τύπου ύψος».
– Τι απέγιναν όσοι διάβαζαν Βακαλόπουλο και Καρούζο ;
«Εξακολουθούν να διαβάζουν. Και Βακαλόπουλο. Και Καρούζο. Και ακόμα, αναζητούν, συζητούν, ψάχνουν και ψάχνονται. Ανακαλύπτουν καινούργια πράγματα. Επιστρέφουν σε ανοξείδωτα παλιά. Εδώ στην παρέα, φέρ’ ειπείν, ψάχνουμε εκείνα τα νήματα που συνδέουν τον Πεντζίκη με τον Πύντσον, περιπλανιόμαστε στα σοκάκια που μας πάνε από τον Βασίλη Τσιτσάνη στον Τομ Γουέιτς, ενώ δεν παύουμε, αναζητώντας συνεχώς νέους τρόπους και τόπους, να εντρυφούμε στη δουλειά παλιών σοφών δασκάλων που μένουν συγκλονιστικά νέοι (για να λέμε και ονόματα: William H. Gass και Joseph McElroy, δημιουργοί αμφότεροι που έχουν πολλά να μας διδάξουν)».
– Η γραφή σας μοιάζει με ένα κράμα χρονικού, βιογραφίας, προσωπικών βιωμάτων και βαθιάς γνώσης της προσωπικότητας, του έργου και της εποχής που έζησαν οι δημιουργοί στους οποίους αναφέρεστε. Είναι αυτή μια πρότασή σας για το πώς πρέπει να προσεγγίζει κάποιος την τέχνη ;
«Ο συνδυασμός ποιητικής ματιάς και πληροφοριών ακριβείας είναι κάτι που με ελκύει και που θεωρώ ότι γίνεται πολύτιμος σε εποχές απορρύθμισης και διάλυσης. Έχω επιλέξει να γράφω με τέτοιον τρόπο τόσο για να θυμίσω σε παλαιότερους κάποιες διαθέσεις που αρχίζουν να χάνονται όσο και για να δελεάσω τους νεότερους στο να εξοικειωθούν με μια πιο ευγενική και λυρική στάση απέναντι στα πράγματα, απέναντι στον χρόνο που κυλάει αδυσώπητα, απέναντι στην παράνοια και στη χυδαιότητα που έχουν πάρει για τα καλά το πάνω χέρι».
– Με αφορμή τον Μπολάνιο, γράφετε : «Πιστεύω ότι, ιδίως σήμερα, για να τυπώσει κανείς έστω και μία λέξη καλό είναι να υπηρετεί έως έμμονης εμμονής μια προσωπική μυθολογία, ας είναι και χαμερπής η εν λόγω μυθολογία. Με ξένα κόλλυβα, όσο αφομοιωμένα και αν είναι, δε γίνεται δουλειά». Ποια πεποίθηση ενισχύει αυτήν την άποψη ;
«Η πεποίθηση ότι δεν μπορείς να κρύβεσαι αιωνίως στη σκιά των Μεγάλων Δασκάλων, δεν μπορείς να παπαγαλίζεις ρυθμούς και μελωδίες άλλων όσο κι αν σε έχουν συναρπάσει και κατακλύσει, δεν μπορείς να επιλέγεις το χουχούλι τού να μένεις μια ζωή οπαδός, και ταυτοχρόνως, σαν κακομαθημένο μειράκιο, να θέλεις δόξες και τιμές. Ή έστω να είσαι αληθινά δημιουργικός. Αληθινά δημιουργικός σημαίνει σκύβω πάνω από τις δικές μου ιστορίες, όσο ασήμαντες κι αν φαίνονται, και τις λέω και τις ξαναλέω μέσα μου και στους φίλους μου, και τις πλάθω και τις ξαναπλάθω και τις μεταπλάθω, και με τον καιρό και τη δουλειά, φτάνω να πω κάτι που έχει σημασία και για τους άλλους».
– Ποιες από τις φυσιογνωμίες του βιβλίου θαυμάζετε περισσότερο και ποιους θυμάστε με μεγαλύτερη τρυφερότητα ;
«Ο θαυμασμός πάει παρέα με την τρυφερότητα. Αισθάνομαι τις φυσιογνωμίες, και τις δώδεκα του βιβλίου, σαν συνδαιτυμόνες στο συμπόσιο της ζωής, σ’ ένα μεγάλο μοναστηριακό τραπέζι με πολύ κρασί, ένα καρβέλι ψωμί, ντομάτες και ελιές, και μερόνυχτα συζητήσεων και τραγουδιού. Τους περισσότερους από τους ήρωες του βιβλίου είχα την πελώρια τύχη να τους ζήσω από κοντά, να πιω και να φάω μαζί τους, να περάσουμε στιγμές αλησμόνητες σε φλογοβόλα στέκια της Αθήνας. Να γίνουμε φίλοι. Ο Καρούζος έχει τον αμέριστο θαυμασμό μου, και πάντοτε με τρυφερότητα τον συζητάμε στην παρέα. Το ίδιο συμβαίνει με τον Δενέγρη, με τον Καραβασίλη, με τον Γκόρπα. Μεγάλη εντύπωση μου είχε κάνει ο ελεγχόμενος εσκεμμένος εκτροχιασμός που αποτελούσε τη μόνιμη κατάσταση του Μιχάλη Κατσαρού σε κάθε συνάντησή μας, τυχαία είτε κανονισμένη. Ο Χρήστος Βακαλόπουλος εξέπεμπε τρυφερότητα και διεκδικούσε τρυφερότητα. Και με θαυμασμό και με τρυφερότητα προσπαθώ να περιβάλλω τον αιώνιο φίλο μου και αέναο συνομιλητή, τον ποιητή Θάνο Σταθόπουλο. Απόλυτος είναι ο θαυμασμός μου για τους δύο αλλοδαπούς του βιβλίου, τον Ρομπέρτο Μπολάνιο και τον «συγγραφέα των συγγραφέων» Τόμας Πύντσον. Αμφότεροι ανανέωσαν συγκλονιστικά την τέχνη του μυθιστορήματος και καταπιάστηκαν με θέματα που μας εισήγαγαν στην παράνοια του 21ου αιώνα. Μέγιστο επίτευγμα!»
– Ζείτε όπως οι ήρωές σας ;
«Πώς αλλιώς; Άλλωστε, τόσο εγώ όσο και οι φίλοι μου, μπλεχτήκαμε στην περιπέτεια της δημιουργικότητας θέλοντας ακριβώς να ακολουθήσουμε έναν πειραματικό τρόπο ζωής. Οι δώδεκα φυσιογνωμίες του βιβλίου δεν κάνουν κάτι άλλο: ζούνε πειραματικά, ζούνε αναζητώντας, ζούνε σκαλίζοντας, επινοώντας συμπεριφορές. Για μας στην παλιοπαρέα, ο τρόπος ζωής και η δημιουργικότητα, τα δευτερόλεπτα της κάθε μέρας και οι σελίδες μας, πάνε μαζί, είναι ένα και το αυτό».